Τελευτάτε Indic. - Cong. - Imp. 2.a plur. τελευτάω
Μελετώτε Ottat. - Pres. - 2.a plur. μελετάω.
έρευνας (ἐρευνᾷς ?) Ind. Pres 2.a sing. ἐρευνάω
Senza spiriti ed accenti è impossibile qualsiasi analisi
συλα
ανρθουμεν
τυφλουμεν
τυζιοτε
ζημιουσιν
ζηλοιτου
ελευθεροισθε
Ομοιουσιν
Φρονειτον
εδει
αδικείται
εποιεισ
δοκει
Φρονειτε
ορωμεω