1 προς δέ τούτοις διά την κτησιν την εν τοις υπεροριοις και δια τας αρχας τας εις την υπεροριαν λεληθασι μανθανοντες ελαυνειν τῇ κοπῃ αυτοι τε και οι ακολουθοι
oltre a ciò, essi e il seguito dell'esercito, grazie al guadagno fatto con gli incarichi all'estero e i domini in terra straniera, hanno imparato ( μανθανοντες = partic. predicativo ) senza accorgersene ( λεληθασι = perf. da λανθανω ) a viaggiare coi remi 2 των Έλληνων οι μεν υφ ημιν, οι δ υπο Λακεδαιμονιοις εισιν αι γαρ πολίτειαι δι ὧν οικουσι τας πολέις ουτω τους πλειστους αυτων διειληφασιν.
fra i Greci, alcuni sono sotto di noi, altri sotto gli Spartani; le forme di governo, infatti, grazie alle quali amministrano le città, hanno così diviso ( = perf. da διαλαμβανω ) la maggior parte di loro3 απολωλαμεν γαρ, ω γερον: ποι χρη φυγειν ;
siamo perduti ( = perf. 2° da απολλυμι ) , vecchio; dove si dovrebbe (si deve) fuggire ?* λανθανω - λησω - ελαθον - λεληθα
* μανθανω - μαθησομαι - εμαθον - μεμαθηκα
* διαλαμβανω - (λαμβανω) - ληψομαι - ελαβον - εληφθην - ειληφα - ειλημμαι
* ολοῦμαι - ωλεσα / ωλομην - ολωλεκα / ολωλα
* φευγω - φευξοῦμαι - εφυγον - πεφευγα

jole123